Αν και η ασύρματη έκδοση είναι βαρύτερη, το ποντίκι παραμένει ομαλό και ακριβές στις κινήσεις του.
Η κατασκευή του είναι στιβαρή, χωρίς σημάδια αδυναμίας ή τριγμούς. Διατίθεται σε τέσσερα χρώματα: μαύρο, λευκό, λεβάντα και aqua. Το λευκό μοντέλο που δοκίμασα προσέφερε μια όμορφη αντίθεση στο μαύρο mousepad μου. Το σώμα του ποντικιού είναι σχεδόν συμμετρικό, με την αριστερή πλευρά να προσαρμόζεται στο σχήμα του αντίχειρα. Το χαμηλό προφίλ του είναι άνετο για λαβές με τα δάχτυλα ή τα νύχια.
Η κίνηση των κουμπιών είναι ζωηρή και ανταποκρίνεται άμεσα, αν και μπορεί να ακούγονται φθηνότερα σε έντονες στιγμές χρήσης. Τα πλευρικά κουμπιά είναι λεπτά, αλλά δεν προέκυψαν λάθος κλικ στη χρήση. Το κουμπί αλλαγής DPI είναι έξυπνα τοποθετημένο για να μην πατιέται κατά λάθος, ενώ ο τροχός κύλισης, αν και λίγο χαλαρός, λειτουργεί ικανοποιητικά για ένα οικονομικό ποντίκι.
Η SteelSeries Rival 3 Gen 2 ασύρματη προσφέρει εξαιρετική απόδοση χωρίς να απαιτεί μεγάλο κόστος.
Η μέγιστη συχνότητα polling είναι 1,000Hz, που μπορεί να μην φτάνει τα επίπεδα των κορυφαίων ποντικιών, αλλά είναι ικανοποιητική για τους περισσότερους χρήστες. Η δυνατότητα μείωσης της συχνότητας ή η χρήση Bluetooth συμβάλλει στη διατήρηση της μπαταρίας, κάτι που είναι ιδιαίτερα χρήσιμο σε παιχνίδια που δεν απαιτούν υψηλές επιδόσεις.
Η διάρκεια ζωής της μπαταρίας είναι εντυπωσιακή: 175 ώρες με τη σύνδεση 2.4GHz ή 450 ώρες μέσω Bluetooth. Η σύνδεση μέσω Bluetooth είναι εύκολη και άμεση, προσφέροντας εξαιρετική επιλογή για παιχνίδια χαμηλού ρίσκου.
Συνολικά, το SteelSeries Rival 3 Gen 2 ασύρματο είναι μια αξιόλογη επιλογή για όσους αναζητούν ένα αξιόπιστο και ανθεκτικό ποντίκι. Αν μπορείτε να διαχειριστείτε το βάρος του, αποτελεί μια εξαιρετική αγορά στα $50/£50. Ωστόσο, για όσους προτιμούν ελαφριά ποντίκια, η ενσύρματη έκδοση παραμένει η καλύτερη επιλογή.
Πηγή άρθρου: www.ign.com


